Saturday, October 24, 2009

ἐρπετό

Τώρα μιλῶ, σὰν τραγουδῶ
καὶ χάνομαι σὰν ἔρπετό.
Δὲ νιώθω τὰ τσιμπήματα.
Τὸν πόνο μετὰ πονῶ.

θέλεις...

Ἄφησέ με νὰ ξυπνήσω στὴν ἀκρογιαλιά σου...
Τὰ μάτια τῶν πολέμων ἡσυχάσαν
ἔριξαν τὰ ὅπλα καὶ σκοτώνουν πιὰ μ’ ἀγάπη...
Ἄφησέ με νὰ ἔρθω πιὸ κοντά.
Μὴν πολεμᾶς αὐτὸ ποὺ θὰ ἔρθει
Θέλεις, δε θες.

στη θάλασσα..

Πάλι σὲ σένα τὸν ἀόρατο θ’ ἀπευθυνθῶ
γιὰ νὰ μὲ συμβουλέψεις
Τὰ σκοτάδια μου βουβὰ κι ἀνυπεράσπιστα...
οἱ σκέψεις μου βάρκες ποὺ συνεχὼς γυρίζουν
μὲς στὴ θάλασσα...
Ρωτοῦν κι ἀναρωτιοῦνται αὐτοὶ οἱ γύρω
ποὺ βλέπουν κομμάτια τοῦ ἑαυτοῦ καὶ τῆς ψυχῆς...
μὰ τόσο ἀπαισιόδοξα νὰ εἶναι ὅλα;
Κι ἐγὼ ἁπλῶς σιωπῶ
κι ἡ σιωπὴ παρεξηγεῖται ἀπ’ ὅσους δὲν ξέρουν νὰ τὴν ἀκοῦν.
Κουράγιο...
Θὰ ἔρθουν οἱ μέρες οἱ ἀγνές.
Κρατήσου... ἀπ’ ὅπου μπορεὶς καὶ φτάνεις..
Ἄρχισε νὰ ξυπνᾶς συνειδητά
καὶ μπὲς στὸ πραγματικὸ ὄνειρο
καὶ διάβαινε... χωρὶς σκοπὸ κι αἰτία...
Ἁπλῶς διάβαινε καὶ μὲ σπασμένη τὴν καρδιά,
νιώθωντας τὴν ψυχὴ ἀλλοῦ..
Εἶσαι καὶ σὺ ἕνα μικρὸ κομματάκι
φτιαγμένο ἀπὸ πολλὰ ἄλλα μικρά
κι ἀδυνατεῖς νὰ δεῖς τὴν ἔνωσή σου
Τρομάζεις σὰν μικρὸ παιδὶ ποὺ ἔχουν φοβίσει
αὐτοὶ ποὺ μὲς στὴν ἄγνοια ζοῦν
...Χαμένη κι ἔτοιμη νὰ καταστραφῶ..
Εἶναι σὰ νὰ νιώθω τὴν ἥλιο νὰ με καίει...
μὰ ἐγὼ δὲ φεύγω... καὶ τὸν ζητάω...
Ἀκίνητη θὰ δεχθῶ ὅλες τὶς χαρὲς καὶ τὶς λύπες...
ἀκίνητη ὅπως φαίνονται οἱ νεκροί...
Μοναχικὰ θ’ ἁρμενίζω στοὺς χειμῶνες
καὶ σ΄ ὅλα τὰ καλοκαίρια θὰ ξορκίζω τὴ μοναξιά..

Saturday, October 17, 2009

σαν την ανατολή

Βρέχω τις στενές θηλιές των οστράκων καινούργιες ελεγείες
Έλεγε θα ρθεί η μουσική για να ξεπλύνει τη θάλασσα
Καραβάκι θα κάνει
Θα αναστενάζαμε σαν τους ανέμους
και τα σύννεφα βαριά απαλότη θα ρίχναν
Κι οι κεραυνοί θα φωταγωγίζαν
Θα κλέβανε τραγούδι του βουνού να πλέκουνε ήχους
Θα νανουρίζαν μωρά οι φωνές που δε βγαίναν
Από στόματα θα νανουρίζαν

Έρχομαι για να βρω να σηκωθώ για να γιατρέψω
Φωνές υφέρπουσες σαν την ανατολή
ξεσκίζουν τις μέσα μου ίνες
τα σπλάχνα

Έλα να μιλήσουμε για τα φεγγάρια θα σε πάρω
θα σε πάρω θα σε πάω στη γενιά μου
θα γράφω και θα σε καλώ και θα σε δαμάζω
σαν τη βροχή θα λιώνω
σαν τη μορφή θα γίνομαι

Friday, October 16, 2009

Πρόκλου ύμνοι - Ύμνος στις Μούσες

Ὑμνέομεν, μερόπων ἀναγώγιον ὑμνέομεν φῶς,
ἐννέα θυγατέρας μεγάλου Διὸς ἀγλαοφώνους,
αἴ ψυχάς, κατὰ βένθος ἀλωομένας βιότοιο.
ἀχράντοις τελετῇσιν ἐγερσινόων ἀπὸ βίβλων
γηγενέων ρύσαντο δυσαντήτων ὀδυνάων,
καὶ σπεύδειν ἐδίδαξαν ὑπὲρ βαθυχεύμονα λήθην
ἴχνος ἔχειν, καθαρὰς δὲ μολεῖν ποτὶ σύννομον ἄστρον,
ἔνθεν ἀπεπλάγχθησαν, ὅτ’ εἰς γενεθλήιον ἀκτήν
κάππεσον, ὑλοτραφέσσι περὶ κλήροισι μανεῖσαι.
ἀλλά, θεαί, καὶ ἐμεῖο πολυπτοίητον ἐρωήν
παύσατε, καὶ νοεροῖς με σοφῶν βακχεύσατε μύθοις΄
μηδὲ μ’ ἀποπλάγξειεν δεισιθέων γένος ἀνδρῶν
ἀτραπιτοῦ ζαθέης, ἐριφεγγέος, ἀγλαοκάρπου΄
αἰεὶ δ’ ἐξ ὁμάδοιο πολυπλάγκτοιο γενέθλης
ἕλκετ’ ἒμὴν ψυχὴν παναλήμονα πρὸς φάος ἁγνόν,
ὑμετέρων βρίθουσαν ἀεξινόων ἀπὸ βίβλων,
καὶ κλέος εὐεπίης φρενοθελγέος αἰέν ἔχουσαν.

Υμνούμε το φως που τους ανθρώπους ανυψώνει,
τις εννιά γλυκόφωνες κόρες του μεγάλου Διός,
που τις ψυχές, τις παραπλανημένες στο βυθό του βίου
με άχραντες τελετές από βιβλία που ξυπνούν το νου
διασώζουν από τις δυσάρεστες γήινες οδύνες,
και τις διδάσκουν να οδεύουν πάνω από την αβυσσαλέα λήθη
γρήγορα, αναζητώντας, κι αγνές να φθάνουν στο συγγενές άστρο τους,
απ’ όπου αποσπάσθηκαν, όταν ρίχθηκαν στην γενέθλια ακτή,
κατειλημμένες από μανία, σε τόπους υλοτραφείς.
αλλά, θεές, και τη δική μου ταραχώδη ορμή
παύσατε και εμπνεύστε με τα νοερά λόγια των σοφών
και ας μη με αποπλανά το δεισιδαιμονικό γένος των ανθρώπων
από την ιερή, λαμπρόκαρπη και φωτεινή ατραπό
από την ταραχώδη και πολυπλάνητη περιοχή της γέννησης
τραβήξτε την πολυπλάνητη ψυχή μου προς το αγνό φως
γεμάτη από τα βιβλία σας, που το νου ενισχύουν
και προικισμένη με το χάρισμα της καλλιέπειας που θέλγει το νου.