Βούλιαξε κάθε πάτριο έδαφος κι έκατσε.
Σαν να μην ξέρω την κατάλληλη ώρα
Αλλού είμαι εγώ κι αλλού ο κόσμος...
Συνεχώς χάνομαι κι επειδή βιάζομαι
Διανύω χιλιόμετρα σε λαβυρίνθους.
Και τη ματιά σου δε βλέπω.
Η ματιά σου δε με κοιτά.
Κάθε κλωστή κόπηκε.
Και γιατί βρίσκομαι εδώ και συ εκεί.
Γιατί σε ζητώ και μου λείπεις.
Γιατί ο έρωτας με τη μορφή του εγωισμού πονά.
Μου δείχνει και μου μιλάει η αγάπη σου.
Και χαμογελά ο νους
Και το σώμα σ’ αποζητά.
Αλλά το νου σου γιατί τα καρφιά
Να ‘ναι απαλά τα χέρια ν’ ακουμπήσουν
Για να μειώσουν και τις βροχές
Και νά ‘ρθω ν’ ανασάνω
Σε μια ζωή με μέλι
Να παρακολουθώ
Τις προσευχές σου μυστικές σου
Τις πληγές σου να τραγουδώ
Ν’ απλοποιώ και να συνθέτω.
Ζητώ τη γλώσσα μου
Να αναγνωριστεί από τα σπλάχνα μου.
Ζητώ τη ζωή να ενδιαφερθεί για τους θανάτους μου.
Κι εκεί παντού είναι τα πλοκάμια σου
Στο διάστημα, σ’ αυτό λιμάνι.
Και το καράβι μου καιόμενο
Στις μοναξιές των ψιθύρων.
Τραγουδώ μ’ άσπρα κλαδιά αμυγδαλιάς
Και παρασέρνομαι στα βουνά της λησμονιάς.
Αχ, το μεγάλο πώς να χωράει στο μικρό;
Με πόση ένταση και δύναμη χτυπά
Μια αμφίδρομη σχέση
Μη – μη – με πονάς
Θα φτάσεις ν’ ακουμπήσεις
Από μακριά
Σαν μυθιστόρημα άφτιαχτο ακόμη
Να με ζητάς
Να μ’ ακουμπάς με τόση σύνεση
Να απαντάς
Με αμεσότητα να με κοιτάς
No comments:
Post a Comment