Wednesday, May 30, 2007

Σαν

Σαν μουσική που ξυπνάει τα όνειρά μου.

Σαν καράβι που τα ταξιδεύει.

Σαν χάδι που ζητάω.

Σαν μορφή που ονειρεύομαι.

Σαν σπηλιά που εξερευνώ.

Σαν μελωδία που με σιγονανουρίζει.

Σαν παλιό κάστρο που με τρομάζει.

Σαν πειρασμός που σε χρειάζομαι.

Σαν φιλί που αποζητώ.

Σαν αστείο και γελάω.

Σαν μίσος και κλαίω.

Σαν άνεμος και τα παίρνει μακριά.

Deborah Koff-Chapin

Thursday, May 24, 2007

I love every waving thing


I spent the flight of my days
spying the sea
I love every waving thing
When I smiled
my teeth were mysterious
there are waves in my soul
The edge of my clothes
was salty and fresh
I love every waving thing
Speak to me of my death
so that I feel a reason to remember
Today I'm afraid of having been

Ataraxia-I love every waving thing


Way out of Here, or: do not be afraid of dying, child !

Monday, May 21, 2007

Στην αγκαλιά του χρόνου

Κοιτάξτε την πώς έρχεται σιγά

Το μαύρο της φόρεμα μακρύ

και η μορφή της

μιά να τρέχει προς τα πάνω

μιά να πέφτει προς τα κάτω

Χορεύει και το φόρεμα σαν φίδι

θέλει να δραπετεύσει

Τα μάτια της με κοιτούν

γεμάτα πόθο και θλίψη

Τι σε κάνει να φοράς πάντα μαύρα

και να φοβάσαι ν’ απλωθείς; την ρωτάω

Μα πάντα φοράω άσπρα, μου απαντάει

και συνεχίζει τον θλιμμένο της χορό.

Σαν με ρουφάνε οι καταρράκτες

θέλω να μένω για πάντα εδώ

ν’ αφήνομαι στην αγκαλιά του χρόνου

και να μου παίρνει όλες τις λύπες

και να τις ταξιδεύει

να τις αφήνει πίσω.

Χρειάζομαι λίγη αγάπη, λίγη αγάπη

την ακούω να ουρλιάζει από μακριά

κι η φωνή μου δεν βγαίνει

για να της πει νά ‘ρθει κοντά.

Έλα, μην μ’ αφήνεις, λέει κλαίγοντας

Καθισμένη, προσπαθεί να χωθεί ακόμα πιο μέσα

στο μαύρο φόρεμα

Κάνει τόσο κρύο, τόση παγωνιά

Το σώμα μου δεν μπορεί να σταματήσει να τρέμει.

Ακόμα και τα δάκτυλά μου

κι αυτά τρέμουν.

Μα εγώ δεν μπορώ να φύγω από εδώ, της λέω,

δεν μπορώ να σ’ αγκαλιάσω μόνο να σου μιλάω.

Αν κάνεις μιά κίνηση θα ζεσταθείς

Αν χορέψεις πάλι δεν θα ξανακρυώσεις, σήκω.

Μα ποτέ δεν έχω χορέψει, μου λέει

Έλα, θέλω να σε δω...

Και με κοιτάει σαν να βλέπει κάτι άλλο μέσα μου.

Αφού μέσα σου είμαι, μου λέει

Και μου χαμογελάει τόσο λίγο.

Και γιατί δεν θες να βγεις; την ρωτάω

Περνάω τόσο καλά εδώ, μου λέει.

Είναι όλα τόσο ήσυχα, τόσο απλά, ξεκουράζομαι.

Ναι, αλλά δεν μπορείς να μένεις πάντα μέσα μου.

Κάποτε πρέπει να βγεις.

Ανησυχώ για σένα, νιώθω να μ’ αφήνεις.

Κάποτε όλοι θα φύγουμε, μου λέει.

Τι σήμερα, τι αύριο;

Χάνεται μπροστά μου

και την βλέπω να ουρλιάζει

κι ύστερα να γελάει

και να με κοιτάει με λαγνεία

Δεν ξέρω, μου λέει.

Δεν ξέρω...

1986 - 1987 A Woman In The Shade

Saturday, May 12, 2007

Μπερνάντο Σοάρες


Το βιβλίο της ανησυχίας
Μπερνάντο Σοάρες
(Φερνάντο Πεσσόα)

76.

Ενίοτε σκέφτομαι με ευχαρίστηση (σε διατομή) τη μελλοντική δυνατότητα μιας γεωγραφίας της συνείδησης του εαυτού μας. Κατά την άποψή μου, ο μελλοντικός ιστοριογράφος των ίδιων του των αισθήσεων θα μπορεί ίσως να αναγάγει σε θετική επιστήμη τη συμπεριφορά του απέναντι στη συνείδηση της ψυχής του. Προς το παρόν βρισκόμαστε στην αρχή αυτής της δύσκολης τέχνης – τέχνη ακόμα, χημεία των αισθήσεων στο στάδιο, προς ώρας, της αλχημείας. Αυτός ο επιστήμονας του μέλλοντος θα είναι ιδιαίτερα σχολαστικός απέναντι στην εσωτερική του ζωή. Θα δημιουργήσει από τον ίδιο του τον εαυτό ένα εργαλείο ακριβείας για να μπορέσει να την αναλύσει. Δεν βλέπω ιδιαίτερη δυσκολία στην κατασκευή ενός
εργαλείου ακριβείας, για αυτοαναλυτική χρήση, καμωμένο μόνο από ατσάλι και μπρούντζο της σκέψης. Αναφέρομαι σε ατσάλι και μπρούντζο, αληθινό ατσάλι και μπρούντζο, αλλά της ψυχής. Τελικά ίσως ακριβώς έτσι πρέπει να κατασκευαστεί. Είναι ίσως απαραίτητο να συλλάβουμε την ιδέα ενός εργαλείου ακριβείας και να τη δούμε στην υλική της διάσταση, ώστε να μπορέσουμε να
προβούμε σε μια αυστηρή εσωτερική ανάλυση. Και φυσικά θα είναι απαραίτητο να αναγάγουμε και το πνεύμα σ’ ένα είδος πραγματικής ύλης σε συνδυασμό με ένα είδος χώρου στον οποίο εδρεύει. Όλα αυτά εξαρτώνται από την ακραία οξύνοια των εσωτερικών μας αισθήσεων, που, οδηγημένες όσο το δυνατόν μακρύτερα, θα αποκαλύψουν αναμφίβολα ή θα δημιουργήσουν εντός μας έναν πραγματικό χώρο, όπως ο χώρος στον οποίο βρίσκονται τα πράγματα της ύλης, και που άλλωστε είναι μη πραγματικός ως πράγμα.

Εξάλλου δεν γνωρίζω κατά πόσο αυτός ο εσωτερικός χώρος δεν είναι παρά μια νέα διάσταση του άλλου. Ίσως η επιστημονική έρευνα του μέλλοντος ανακαλύψει ότι τα πάντα είναι διαστάσεις του ίδιου χώρου, ούτε υλικού αλλά ούτε και πνευματικού. Στη μία διάσταση θα ζούμε σώματα, στην άλλη θα ζούμε ψυχές. Και υπάρχουν ίσως άλλες διαστάσεις όπου ζούμε άλλα πράγματα, επίσης πραγματικά του εαυτού μας. Ενίοτε μου αρέσει να αφήνομαι να με οδηγεί ο ανώφελος στοχασμός ως το πιο ακραίο σημείο που μπορεί να φτάσει αυτή η αναζήτηση.

Ίσως ανακαλύψουμε ότι αυτό που αποκαλούμε Θεό, και που βρίσκεται λίαν προφανώς σε ένα άλλο επίπεδο από αυτό της λογικής ή της χωροχρονικής πραγματικότητας, είναι κι αυτό ένας
δικός μας τρόπος ύπαρξης, μια αίσθηση του εαυτού μας σε μια άλλη διάσταση του είναι. Δεν μου φαίνεται αδύνατο. Τα όνειρα θα είναι κι αυτά ίσως ή επίσης μια άλλη διάσταση στην οποία ζούμε, ή μια διασταύρωση δύο διαστάσεων. Όπως το σώμα ζει στο ύψος, στο πλάτος και στο μήκος, τα όνειρά μας, ποιος ξέρει άραγε, θα ζουν στο ιδεατό, στο εγώ και στο χώρο. Στο χώρο λόγω της ορατής τους αναπαράστασης, στο ιδεατό
λόγω μιας αναπαράστασης διαφορετικής από εκείνη της ύλης, στο εγώ λόγω της ξεχωριστής διάστασης ότι είναι δικά μας. Το Εγώ του καθενός μας είναι ίσως μια θεϊκή διάσταση. Όλα αυτά είναι πολύπλοκα, και όταν έρθει η ώρα τους ασφαλώς θα αποσαφηνιστούν. Οι σημερινοί ονειροπόλοι είναι ίσως οι μεγάλοι πρόδρομοι της τελικής επιστήμης του μέλλοντος. Δεν πιστεύω, βεβαίως, σε μια τελική επιστήμη του μέλλοντος. Αλλά αυτό δεν μας αφορά εν προκειμένω.

Ενίοτε κάνω αυτού του είδους τη μεταφυσική, με την επιμελή και σεβαστική σχολαστικότητα αυτού που εργάζεται πραγματικά και κάνει επιστήμη. Το είπα ήδη πως ίσως είναι αυτό που πραγματικά κάνω. Το βασικό είναι να μην επαίρομαι πολύ γι’ αυτό, δεδομένου ότι η έπαρση ζημιώνει την απόλυτη αμεροληψία της επιστημονικής ακρίβειας.

Floating Diamond

Thursday, May 10, 2007

Volver

Φοβάμαι την συνάντηση
με το παρελθόν που επιστρέφει ν' αντιμετωπίσει την ζωή μου
Φοβάμαι τις νύχτες
που γεμάτες αναμνήσεις, δένουν τα όνειρά μου
Αλλά ο ταξιδιώτης
αργά ή γρήγορα πρέπει να σταματήσει
Αν και η λήθη που καταστρέφει τα πάντα
σκότωσε τις παλιές μου ψευδαισθήσεις
ακόμα κρατώ μια κρυφή ελπίδα
κι αυτός είναι της καρδιάς μου ο θησαυρός
Επιστρέφω
με ρυτίδες στο μέτωπο
με το χιόνι του χρόνου ασημένιο στο πρόσωπο
Νιώθω
ότι η ζωή είναι μια στιγμή
ότι 20 χρόνια δεν είναι τίποτα
ότι τα πυρωμένα μάτια μου, κρυμμένα στις σκιές
σε γυρεύουν και σε φωνάζουν
Ζω με την ζωή γατζωμένη σε μια γλυκιά ανάμνηση,
για την οποία πάλι κλαίω.

Estrella Morente-Volver

Yo adivino el parpadeo
de las luces que a lo lejos
van marcando mi retorno
son las mismas que alumbaron
con sus palidos reflejos
hondas horas de dolor
y aunque noquire el regreso
siempre se vuelve a su primer amor
la quieta calle, donde el eco dijo
tuya es mi vida, tuyo es mi querer
bajo el burion, mirar de las estrellas
que con indi ferencia, hoy me ven volver

Volver
con la frente marchita
las nieves del tiempo, platearon mi sien
Sentir
que es un soplo la vida,
que 20 anos no es nada
que febril la mirada
errante en la sombras te busca y te nombra
Vivir com el alma aferrada a un dulce recuerdo
que no ha de volver.

Tengo miedo el encuentro
con el pasado que vuelve
a enfrentarse con mi vida
tengo miedo de las noches
que pobladas de recuerdos
encadenam mi sufrir pero el viajeto que huye,
terde a tempramo detiene su andar
mas el olrido que todo destruye
haya matado mi vieja ilusion
Cual escondida le esperanza humilde
es toda la fortuna de mi corazon

Volver con la frente marchita...

(Tο τραγούδι και η μετάφραση είναι από την ταινία Volver του Pedro Almodovar)

Monday, May 7, 2007

Ηχώ


νιώθω την απειροελάχιστη στιγμή

νιώθω το κοχύλι εν βράχω που η θάλασσα

με την αέναη κίνηση έλουζε

κι ύστερα όταν στα χέρια μου ξεβράστηκε

έμεινε μαζί κι η θάλασσα

αναπόσπαστο κομμάτι του κοχυλιού

σ’ αγαπώ όπως αυτό το κοχύλι αυτή τη θάλασσα


όπως όλες τις ενέργειές σου που άφησες προς εμένα

κι αυτές λούστηκα

αυτές εισέπνευσα αυτές έγινα

αν βάλεις το αυτί σου στην καρδιά μου δυνατά

θα σε ακούσεις

ατέρμονα σε ηχώ

Sea Shell

Thursday, May 3, 2007

Θεριστές


Μπήκε ένας ήλιος μες στο σπίτι και με ξύπνησε

πρώτα μ’ οδήγησε σε κάτι έρημες ακτές

έκαψε όλα μου τα ρούχα και με τύφλωσε

άπλωσε γύρω μου κάτι παράξενες σκιές

μετά μου κόλλησε στα μάτια τηλεσκόπια

είδα ηλιοτρόπια σε κάμπους μακρινούς

να στρέφονται στο φως σαν περισκόπια

γι’ αυτούς που θάφτηκαν από ασήκωτους καιρούς

για όλους αυτούς που ονειρεύτηκαν να ζήσουν

ένα ταξίδι μακρινό μα δεν προλάβανε αυτούς

αυτούς που δεν προλάβαν να γυρίσουν

απ’ το ταξίδι που οι άλλοι ονειρεύτηκαν απλώς


Ήρθε ένας άνεμος τ’ απόγευμα και φύσηξε

κάπου μακριά μούγκριζαν κάτι μηχανές

κι όπως κυλούσε το τραγούδι τους με κοίμιζε

κάτι μου θύμιζε κάτι εικόνες απ’ το χθες

κάτι ανθρώπους που με κρύψαν όταν έβρεχε

αίμα και δάκρυα πάνω στις σκεπές

κάτι κορίτσια που με κοίμισαν στα σύννεφα

όταν πατάγανε στη γη με τα δρεπάνια οι θεριστές

όσοι κρυφτήκαν στα τριαντάφυλλα γλυτώσαν

άλλοι πληρώσαν για κάθε αύριο μ’ ένα χθες

μα οι θεριστές ποτέ κανέναν δεν προδώσαν

ξηλώσαν τ’ αγκάθια απ’ όλες τις καρδιές


Ήρθε ένα σύννεφο το βράδυ και με τύλιξε

πριν να προλάβω να σκεφτώ γέμισε η νύχτα αστραπές

ώσπου να βρω κάτι να πω η νύχτα μίλησε

η νύχτα είπε πως απόψε είναι νύχτα για ευχές

Τα πλάσματα τριγύρω ησυχάσαν

μόνο το δέντρο της σιωπής

το δέντρο της σιωπής

άπλωσε λίγο τα κλαδιά του και με φτάσαν

κι είχαν τα λόγια που θα πω μέσα στα φύλλα του φωλιές


Θέλω έναν ήλιο το πρωί πάνω απ’ τη θάλασσα

έναν άνεμο τ’ απόγευμα να διώχνει τις σκιές

ένα σύννεφο το βράδυ ένα σύννεφο

που οι κεραυνοί του να φωτίζουν στα βράχια τις μορφές

όλων αυτών που ονειρεύτηκαν να ζήσουν

ένα ταξίδι μακρινό μα δεν προλάβανε αυτούς

αυτούς που δεν προλάβαν να γυρίσουν

απ’ το ταξίδι που οι άλλοι ονειρεύτηκαν απλώς.


Αυτά είχα να της πω όμως δεν μίλησα

μ’ άρεσε όπως την κοιτάζανε οι λύκοι από μακριά

αγκάλιασα τη νύχτα και τη φίλησα

Ήταν ωραία τα φιλιά

Ήταν ωραία τα φιλιά



Παύλος Παυλίδης - Θεριστές